Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο


Η Λόρα,
ερχόταν μετά την δουλεία μου, κατά τις έντεκα το βράδυ. Τις περισσότερες φορές την περίμενα στο μπαλκόνι και την έβλεπα από τον πέμπτο όροφο να φθάνει μέσα από τα έρημα πεζοδρόμια, ανάμεσα από τα κουφάρια που κυλιόταν κάθε βράδυ στις όχθες του σιδηροδρομικού σταθμού Πάντα όταν έφτανε κάτω από το μπαλκόνι, έριχνε μια ματιά προς τα πάνω για να δει αν την περιμένω και να της ανοίξω πριν χτυπήσει το κουδούνι και εγώ καρφωμένος εκεί την έβλεπα , την έβλεπα χαρούμενη και κουνιστή με την τσάντα της γεμάτη με τα φοιτητικά της συγγράμματα στον ώμο, να μου στέλνει το χαμόγελο της, με τα λευκά δοντάκια να γυαλίζουν στην βρώμικη νύχτα. Έμπαινε μέσα περνώντας πρώτα από την αγκαλιά μου. Την άφηνα μετά να μου εξιστορήσει τα γεγονότα της ημέρας, καθισμένη στις κίτρινες πολυθρόνες με το τεράστιο χαμόγελο της να σκεπάζει το μυαλό μου σαν μεταξένιος μαντύας , και να απλώνεται απαλά , απαλά πάνω στις συνάψεις. Μετά την πλησίαζα σιγά και την ξανά έκλεινα στην αγκαλιά μου, ή άλλες φορές, ερχόταν αυτή και καθόταν επάνω στα πόδια μου κολλώντας το νεανικό κορμάκι της στο δικό μου Και τα δύο κορμιά δεν αργούσαν να κυλιστούν στο ερωτικό άβυσσο που μας περίμενε λίγα μέτρα από την καρέκλα. Για κρεβάτι χρησιμοποιούσαμε τρία στρώματα , το ένα δίπλα στο άλλο έτσι ώστε να κυλιόμαστε οριζόντια και κάθετα χωρίς κανένα περιορισμό στις κινήσεις και στις στάσεις που μπορούσαμε να πάρουμε
Η νύχτα μύριζε τα υγρά του έρωτα που κυλούσαν ακατάπαυστα, πάνω σ' εκείνα τα στρώματα. Σεντόνια μουσκεμένα , μαξιλάρια τσαλακωμένα πεταμένα στην άκρη . Κορμιά που λαμπύρισαν μέσα στο αχνό φως ενός γερασμένου πορτατίφ , το σκεπάζαμε μ' ένα απαλό ινδικό μαντίλι σε χρώμα μοβ και κίτρινο ενώ το μαγνητόφωνο έπαιζε σιγά μελωδίες της τζαζ., ενώ άγγελοι ερχόταν τα πρωινά να κουβαλήσουν τον ύπνο στα κουρασμένα βλέφαρα της σάρκας, την ώρα που το ανοιξιάτικο πρωινό ξύπναγε την γερασμένη πόλη κάτω από τα πόδια μας. Την ώρα που τα αμάξια βόγκαγαν στο ξεκίνημα της ημέρας . Εκείνη την ώρα εμείς, πέφταμε εξαντλημένοι πίσω από το κίτρινο στόρι του παραθύρου που ξεχείλιζε το σωμάτιο με μια πορτοκαλί θαμπάδα και ήταν σαν να αρμενίζουμε ανάσκελα στις κοιλάδες του παραδείσου. Πίσω από αυτό το στόρι νόμιζα πως δεν ανήκαμε σε αυτό τον κόσμο αλλά σε έναν άλλο, όπου τα μενεξεδένια δέρματα του έρωτα κατέφευγαν για να μην τα αγγίξει η αγριότητα της πόλης, η αγριότητα του αναγκαστικού πρωινού της τετριμμένης καθημερινότητας.
πίνακας: Vladimir Kush

Σχόλια

  1. τελικά στον έρωτα δίνουμε και παίρνουμε αυτό που δεν έχουμε...

    Από που με βρήκατε αλήθεια; Είδα ότι παρακολουθείτε το ιστολογιό μου, με την καλή έννοια :)

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Ψάχνοντας στην απεραντοσύνη της ανθρώπινης ανησυχίας.

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Δημοσίευση σχολίου

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Πολιτικοί αρχάγγελοι του συναισθηματικού σκότους

Πολιτικοί αρχάγγελοι του συναισθηματικού σκότους, κάθε φορά προσμετράν την ύπαρξή τους, με τον αριθμό των ανασυρθέντων θυμάτων. Αθώες ψυχές, που τις ξαπλώνουν, στην παράλογη καθημερινότητας που αιμορραγεί. Τις απλώνουν στο σχοινί να στεγνώσουν. Ψυχές, που δεν έχουν καμιά ευθύνη, παρά μόνο ότι γεννήθηκαν από υποταγμένους γονείς, σε θεότητες της βίας και του πολέμου. Ψυχές, που θυσιάζονται χωρίς οίκτο, χωρίς φόβο στο όνομα θρησκειών που τρέφονται από το αίμα τους και αναζωογονούν την κυριαρχία τους και το αιώνια θυσιαστικό τους μένος. Οι πολιτικοί αρχάγγελοι του συναισθηματικού σκότους απλώνουν την σημαντικότητα της υποταγής σαν να είναι το μοναδικό πεπρωμένο ολόκληρης της ανθρωπότητας. Κερεντζής Λάμπρος φωτο: Arthur Tress

Σ' αυτούς...

Σ’ αυτούς που αναζητάν το μέλλον  θρηνώντας το παρόν  και   με αυτό τον τρόπο  προσπαθούν  να ξεχάσουν το παρελθόν,   θα ήθελα να τους πω... ότι η μνήμη πάντα θα είναι εκεί να κρατά το νήμα του πόνου προσπαθώντας  μέσα στο λαβύρινθο του χρόνου να βρει την χαρά.

Η αντί- υπαρξιακή κοινωνία

Βλέπω πως η αντί- υπαρξιακή κοινωνία θριαμβεύει περπατώντας πάνω σε πτώματα. Πάνω σε υπάρξεις χωρίς μέλλον χωρίς προοπτική εξέλιξης. Πάνω σε υπάρξεις καταδικασμένες από την κοινωνία να περνάνε την ζωή τους σε πατώματα εργοστασίων ζωής που τους αφαιρούν ότι ανθρώπινο κουβαλάν. Η αντί- υπαρξιακή κοινωνία ζητά από τους ανθρώπους να γίνουν υποχείρια μηχανών, οικονομικών υπολογισμών, τραπεζικών διακανονισμών. Να γίνουν απορρίμματα εργοστασίων που κλείνουν και αφήνουν το μολυσμένο κορμί τους εκτεθειμένο στην φτώχεια και την καταφρόνια ενός τρισάθλιου κοινωνικού συστήματος. Υπάρξεις καταδικασμένες σε πατώματα υγρών δωματίων, που δεν έχουν να πληρώσουν το νοίκι. Που το ψυγείο τους χάσκει περιμένοντας το συσσίτιο της εκκλησίας. Που φοράνε δανικά ρούχα και παπούτσια που βρωμάνε. Υπάρξεις καταδικασμένες σε δρόμους που δεν βγάζουν πουθενά. Ξεχασμένες υπάρξεις στις λεωφόρους του πολιτισμού σαν αντικείμενα μια τραγικής τέχνης. Κομμάτια κοινωνικής τραγωδίας που οι επιβήτορε...